Τρίτη 26 Αυγούστου 2008

" Τα μπαλκόνια " του Νότου


Tου Γεωργίου Δημ. Φλουρή, συντ/χου δασκάλου


Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για τα λιμάνια του Νότου και αν κρίνει κανείς από τον τίτλο, πρόκειται για όρμους που βρίσκονται στα νότια της Κρήτης και δέχονται τα νερά του Λιβυκού Πελάγους.

Στα λιμάνια του Νότου, που είναι υποτυπώδη, μένουν λίγοι άνθρωποι, σε σχέση με τα λιμάνια του Βορρά και δεν μπορούν να φιλοξενήσουν παρά κάποια ψαροκάικα κι ίσως κάποια μικρά κρουαζερόπλοια για κοντινές κυρίως διαδρομές. Αν έχω καταλάβει καλά, ο σχεδιασμός είναι να κατασκευαστεί ένα κάπως μεγαλύτερο λιμάνι στον κόλπο του Τυμπακίου, στο οποίο θα μπορούν να πλευρίζουν μεγαλύτερα πλοία για να συνδεθεί η Κρήτη τουριστικά και εμπορικά με χώρες της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής. Στα Νότια του νομού Ρεθύμνου υπάρχουν τα λιμανάκια της Αγίας Γαλήνης και του Πλακιά που συγκεντρώνουν κάποιο πληθυσμό και προσπαθούν να αναπτυχθούν τουριστικά. Δυτικότερα του Πλακιά, υπάρχουν διάφοροι μικρότεροι όρμοι που δεν είναι λιμάνια, ούτε καν πλεούμενα έχουν. Απεναντίας, λίγο πάνω απ’ αυτά, υπάρχουν διάφορα καταλύματα με μπαλκόνια, που βλέπουν προς το Νότο.

Ένας απ’ αυτούς είναι ο όρμος του Κόρακα και τρία χιλιόμετρα πάνω απ’ αυτόν βρίσκεται το χωριό Ροδάκινο.

Αμέσως μετά το ακροθαλάσσι, υψώνεται ο Κρυονερίτης, γυμνός στο μεγαλύτερό του μέρος και μόνο χαμηλά είναι κατάφυτος με ελιές, που είναι το μόνο γεωργικό προϊόν που εγώ έκρινα ότι παράγει.

Στα πόδια λοιπόν του Κρυονερίτη, ανάμεσα στα λιόφυτα και στις ανηφοριές του, κάποιοι Ροδακινιώτες, βοηθούμενοι ίσως και από κάποια Ευρωπαϊκά Προγράμματα, κατασκεύασαν κάποια μικρά συγκροτήματα ενοικιαζομένων δωματίων, που το καθένα μπορεί να φιλοξενήσει 20-25 άτομα. Σε ορισμένα απ’ αυτά μόνο τολμηροί οδηγοί μπορούν να ανεβούν με αυτοκίνητα.

Εδώ λοιπόν μου συνέστησαν κάποιοι γνωστοί, θα μπορούσα να περάσω μερικές μέρες ξεκούρασης και ηρεμίας. Τους άκουσα και πήγα. Δεν είμαι όμως από τους τολμηρούς οδηγούς και για να πάμε στο δωμάτιο ανεβήκαμε με τα πόδια, ανήφορο 100 μέτρων. Η κούραση που νιώσαμε αποζημιώθηκε από τη θέα που αντικρίσαμε από το “μπαλκόνι του Νότου” του δωματίου μας. Την ημέρα που φτάσαμε, έτυχε να φυσάει λίγος αέρας και η θάλασσα μετά τον όρμο ήταν γεμάτη κύματα που έφευγαν για το Νότο. Ο όρμος ήρεμος και μέσα σ’ αυτόν δροσίζονταν κάποια λίγα άτομα.

Στο βυθό διακρινόταν ένας άσπρος τάπητας που όπως διαπίστωσα αργότερα, ήταν ψιλή, πουπουλένια άμμος.

Η επίσκεψή μου στο μέρος τούτο, με γύρισε 40 χρόνια πίσω και στην πρώτη τοποθέτησή μου ως δασκάλου, στο μονοθέσιο Δημοτικό σχολείο Βλυχάδας, με έδρα το Μπαλί Μυλοποτάμου, με τις εξής διαφορές. Στο Μπαλί ήμουν ο μόνος ξένος (μη χωριανός) που ζούσα εκεί, υπήρχε έλλειψη οδικού δικτύου, ηλεκτρισμού και νερού. Αξίζει να αναφέρω εδώ ότι, λίγα χιλιόμετρα ανατολικότερα, υπήρχε η Παναγία η Χαρακιανή που τη συνέδεε με το Μπαλί ένα στενό μονοπάτι που περνούσε ανάμεσα από πέτρες και θάμνους. Εδώ φιλόθρησκοι Χριστιανοί από Πέραμα, Μελιδόνι και Εξάντη έκαναν τις γνωστές “δεκαπενταμερίες” τους. Έμεναν 15 μέρες σε καλύβες που έκαναν με κλαδιά, μέχρι τις 15 Αυγούστου που γιόρταζαν τη Χάρη Της.

Όλοι γνωρίζουν σήμερα τι είναι το Μπαλί. Το αγνό και αμάλαγο τότε τοπίο, έχει μεταβληθεί σε μια κοσμοπολίτικη πολυκοσμική μικρή πολιτεία, με τα λίγα θετικά και τα περισσότερα αρνητικά της στοιχεία, όπως άλλωστε συμβαίνει και σε άλλες τουριστικά αναπτυγμένες περιοχές. Θα επανέλθω όμως στο λιμάνι του Κόρακα.

Η επαφή μου με τους περισσότερους ιδιοκτήτες των καταλυμάτων, δεν μου έδινε την εντύπωση του στυγνού επιχειρηματία που δεν σκέφτεται τίποτε άλλο, παρά το κέρδος. Άνθρωποι πρόσχαροι, καλοσυνάτοι, πρόθυμοι, μου θύμισαν τους Μπαλιώτες της άλλης εποχής, με την διαφορά, εκείνοι δεν είχαν ενοικιαζόμενα δωμάτια. Από το μπαλκόνι λοιπόν ατενίζεις το απέραντο γαλάζιο της θάλασσας και κάτω τον όρμο του Κόρακα, ήρεμο και καθαρό και κάποιους μεμονωμένους λουόμενους που δεν μπορούν ν’ αντισταθούν στον πειρασμό και βουτούν πριν την ανατολή του ήλιου. Όσο ο ήλιος ανεβαίνει στον ουρανό, τόσο και οι επισκέπτες της θάλασσας πληθαίνουν. Έτσι, κατά τις 11, οι περισσότεροι από τους ξένους βρίσκονται στα ήσυχα νερά του Κόρακα. Γύρω στις 13.00, οι περισσότεροι παίρνουν το γεύμα τους στις δυο παραδοσιακές ταβέρνες και αποσύρονται στη συνέχεια για το μεσημεριανό ύπνο, για να επιστρέψουν αργότερα για το απογευματινό τους μπάνιο. Με τη δύση του ήλιου ο όρμος μένει ορφανός και μόνο το λιγοστό φως του φεγγαριού (είναι στη γέμωση) και της λάμπας από το στύλο της ΔΕΗ αμυδρά τον φωτίζει. Όσο προχωρεί η ώρα ένας ελαφρός θόρυβος από τα κύματα που σπάνε στα βοτσαλάκια της ακρογιαλιάς, διαταράσσει λίγο την ησυχία της νύχτας. Μετά τα μεσάνυχτα δυνατός αέρας έρχεται να φυσήξει τις κουρτίνες και τα ελαιόδεντρα με τα οποία είναι κατάφυτη η πλαγιά. Με τον ερχομό της μέρας επαναλαμβάνεται το ίδιο σκηνικό. Ο αέρας σταματάει και η θάλασσα ηρεμεί για να εκπληρώσει την αποστολή της. Δεν ξέρω εάν και όταν δημιουργηθούν τα “Λιμάνια του Νότου” θα καταργηθούν τα μπαλκόνια του Νότου”. Πάντως, εγώ θα προτιμούσα εάν επρόκειτο να συμβεί το δεύτερο, να μην πραγματοποιηθεί το πρώτο. Και ακόμη θα ’θελα το λιμανάκι του Κόρακα στο Νότο να μη ζηλέψει το λιμανάκι του Μπαλί στο Βορρά.

Μπαλκόνι του Νότου

Η θάλασσα απέραντη, μεγάλη

φαντάζεσαι την Αφρική

να δέρνει

κατάσπρη, λες και είναι,

χιονισμένη

κι η Γαύδος

ίσα - ίσα να προβάλλει.

Βραδιάζει, και βουβό

το ακρογιάλι

το φως του φεγγαριού

πλημμυρισμένη

καθρέπτης, που κι εκείνο

τ’ ομορφαίνει

στη γέμωση

που βρίσκεται και πάλι.

Μακριά από κορναρίσματα

και χτύπους

της πόλης, και τα πάθη

τα δικά σου

αφήνεις τις συνήθειες

και τύπους.

Τα χρόνια ξαναζείς

τα παιδικά σου

που ούτε ρολόι

υπήρχε να χτυπήσει

κι “ήρχετο” ο κοτσιφός

να σε ξυπνήσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια: